Ταμερλάνος

Ταμερλάνος
Timurlenk

Ελληνικό – Τουρκικό Λεξικό. 2010.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • Ταμερλάνος — (Τιμούρ Λενκ, Κις, Σαμαρκάνδη 1336 – Οτρέρ 1405). Μογγόλος στρατηλάτης. Υπήρξε ένας από τους μεγάλους κατακτητές και ιδρυτές εφήμερων αυτοκρατοριών που παρουσίασε κατά περιόδους η ιστορία της Ασίας. Απόγονος, ίσως, του Τζενγκίς Χαν εκπροσώπησε τη …   Dictionary of Greek

  • Ιράν — Επίσημη ονομασία: Ισλαμική Δημοκρατία του Ιράν Παραδοσιακή ονομασία: Περσία Έκταση: 1.648.000 τ. χλμ. Πληθυσμός: 65.540.226 (2002) Πρωτεύουσα: Τεχεράνη (6.758.845 κάτ. το 1996)Κράτος της νοτιοδυτικής Ασίας στη Μέση Ανατολή. Συνορεύει στα Β με το… …   Dictionary of Greek

  • Μάρλοου, Κρίστοφερ — (Christopher Marlowe, Καντέρμπουρι 1564 – Ντέπτφορντ, Λονδίνο 1593). Άγγλος ποιητής και θεατρικός συγγραφέας. Σπούδασε στο πανεπιστήμιο Κέιμπριτζ, όπου διακρίθηκε ως μελετητής των κλασικών και μεταφραστής του Οβίδιου και του Λουκιανού. Άρχισε να… …   Dictionary of Greek

  • Πόε, Έντγκορ Άλαν — (Poe). Αμερικανός συγγραφέας (Βοστώνη 1809 Βαλτιμόρη 1849). Έμεινε ορφανός σε ηλικία δύο μόλις ετών και την ανατροφή του ανέλαβε ένας πλούσιος έμπορος του Ρίτσμοντ, ο Τζον Άλαν. Από το 1815 ως το 1820 έζησε στη Μεγάλη Βρετανία, φοιτώντας σε… …   Dictionary of Greek

  • Καραμανίδες — Δυναστεία Τουρκομάνων της Μικράς Ασίας, που οφείλει την ονομασία της στον Αρμένιο ιδρυτή της, Καραμάν. Ο ίδιος, ευνοούμενος του Σελτζούκου σουλτάνου του Ικονίου Αλαεντίν Α’ (1220 37), κατέλαβε με τη βοήθειά του ανώτατα αξιώματα και έγινε… …   Dictionary of Greek

  • Βαγδάτη — (Baghdad). Πόλη (4.478.000 κάτ. το 1995) και πρωτεύουσα του Ιράκ, καθώς και της ομώνυμης επαρχίας (4.071 τ. χλμ., περ. 4.800.000 κάτ.). Την ίδρυσε το 762 μ.Χ. ο Αβασίδης αλ Μανσούρ στην αριστερή όχθη του Τίγρη, εκεί όπου ο ποταμός, στον μέσο ρου… …   Dictionary of Greek

  • Βαγιαζήτ — Όνομα Οθωμανών σουλτάνων και αξιωματούχων. 1. Β.Α’, ο επιλεγόμενος Κεραυνός (1359 1403). Σουλτάνος της Οθωμανικής αυτοκρατορίας (1389 1402). Διαδέχτηκε τον Μουράτ Α’ μετά τη μάχη του Κοσσυφοπεδίου. Αύξησε τις οθωμανικές κτήσεις στα Βαλκάνια και… …   Dictionary of Greek

  • Γερμανία — Επίσημη ονομασία: Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας Προηγούμενη ονομασία (1948 90): Γερμανική Ομοσπονδιακή Δημοκρατία (ή Δυτική Γερμανία) & Γερμανική Λαϊκή Δημοκρατία) Έκταση: 357.021 τ.χλμ Πληθυσμός: 82.440.309 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα:… …   Dictionary of Greek

  • Ινδία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ινδίας Έκταση: 3.287.590 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.029.991.145 (2001) Πρωτεύουσα: Νέο Δελχί (12.791.458 κάτ. το 2001)Κράτος της νότιας Ασίας. Συνορεύει Α με το Μπαγκλαντές και τη Μυανμάρ (Βιρμανία), Β με την Κίνα και… …   Dictionary of Greek

  • Καφίρ — (Kaffir). Αρχαίος λαός του Αφγανιστάν. Με την ονομασία αυτή, η οποία στην αραβική γλώσσα σημαίνει τους άπιστους, αποκαλούνταν από τους γειτονικούς μουσουλμανικούς λαούς οι κάτοικοι του Καφιριστάν, της σημερινής αφγανικής περιοχής του Νουρεστάν.… …   Dictionary of Greek

  • Μικρά Ασία — Χερσονησιακή περιοχή στο δυτικότερο τμήμα της ασιατικής ηπείρου. Πολιτικά ανήκει στην Τουρκία. Έχει περίπου ορθογώνιο σχήμα και ορίζεται στα Β από τον Εύξεινο Πόντο, στα ΒΔ από τον Βόσπορο και την Προποντίδα, στα Δ από το Αιγαίο και στα Ν από τη… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”